Πολλοί ασθενείς μου στην ανακοίνωση της διάγνωσης τους προσπαθούν επίμονα να πάρουν απαντήσεις για το τι προκάλεσε την ασθένεια τους. Ήταν κάτι λάθος που έκαναν; Αν έκαναν κάτι διαφορετικά μήπως θα μπορούσαν να το είχαν αποτρέψει; Με τη σημερινή γνώση υπολογίζουμε ότι περίπου το 40% των καρκίνων μπορεί να εξηγηθεί από γνωστούς, κάποιους τροποποιήσιμους, παράγοντες κινδύνου. Το κάπνισμα και η παχυσαρκία αντιπροσωπεύουν τους κύριους παράγοντες, αν και πολλοί άλλοι παράγοντες – γήρανση, λοιμώξεις, γονιδιακές μεταλλάξεις, αλκοόλ ή περιβαλλοντικοί ρύποι συμβάλλουν επίσης στον κίνδυνο καρκίνου. Τι γίνεται όμως με το υπόλοιπο 60% των καρκίνων;
Στην πιο πρόσφατη μελέτη για το θέμα που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2021 με τίτλο “ Identifying Novel Causes of Cancers to Enhance Cancer Prevention: New Strategies are Needed” ,αφού επαναλαμβάνεται η θέση ότι δεν γνωρίζουμε πλήρως τα αίτια, σημειώνεται ότι ο καρκίνος μπορεί να σχετίζεται με συμπεριφορές και περιβαλλοντικούς παράγοντες πολύ περισσότερο από πιστεύουμε σήμερα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ένας μικρός αλλά σημαντικός αριθμός περιστατικών καρκίνου μπορεί απλώς να οφείλεται σε τυχαία γεγονότα. Τι υποψιαζόμαστε ότι μπορεί να ευθύνεται για το υπόλοιπο 60% των καρκίνων και γιατί είναι τόσο δύσκολο να το αποδείξουμε;
Είναι πιθανόν οι γνωστοί παράγοντες κινδύνου να συνεισφέρουν περισσότερο από όσο πιστεύουμε. Ας πάρουμε για παράδειγμα το κάπνισμα, όπου έγιναν μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες για τους σχετικούς κινδύνους και θανάτους από καρκίνο κυρίως επειδή η έκθεση ενός ατόμου στον καπνό κατά τη διάρκεια της ζωής του είναι αρκετά εύκολο να μετρηθεί. Για άλλους γνωστούς παράγοντες κινδύνου, όπως η παχυσαρκία και η ατμοσφαιρική ρύπανση, παραμένουν πολλά περισσότερα ερωτήματα από απαντήσεις. Λόγω των περιορισμών στον τρόπο μέτρησης αυτών των παραγόντων, πιθανότατα υποβαθμίζουμε τις επιπτώσεις τους .Το υπερβολικό σωματικό βάρος για παράδειγμα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο τουλάχιστον 13 καρκίνων. Γνωρίζουμε ότι περίπου το 4% όλων των καρκίνων παγκοσμίως — 1% σε χώρες χαμηλού εισοδήματος και έως και 8% σε χώρες υψηλού εισοδήματος- σχετίζεται με την παχυσαρκία. Είναι πιθανό όμως να έχουμε υποτιμήσει τον ρόλο της παχυσαρκίας καθώς οι περισσότερες μελέτες είτε είχαν μεθοδολογικά προβλήματα είτε δεν μελετήθηκε ο (ίσως πιο σημαντικός) ρόλος των μεταβολών του βάρους του σώματος κατά τη διάρκεια της ζωής που μπορεί να σχετίζονται με την έκκριση μιας σειράς ορμονών. Όλη αυτή η γνώση αποκτήθηκε βέβαια πρόσφατα και κανένας δεν μπορεί να κατηγορήσει τους επιστήμονες που χρησιμοποιούν τη γνώση της εποχής τους για να δημιουργήσουν νέα. Όταν ληφθούν υπόψη αυτοί οι πρόσθετοι παράγοντες, η επίδραση του υπερβολικού σωματικού λίπους μπορεί τελικά να συσχετιστεί πολύ περισσότερο με την εμφάνιση του καρκίνου χωρίς να αποκλείεται να γίνει το πρωταρχικό αίτιο.
Είναι επίσης πιθανόν να έχουμε υποεκτιμήσει την επίδραση κάποιων περιβαλλοντικών παραγόντων ή συμπεριφορών. Πολλές από τις ουσίες που καταναλώνουμε ή στις οποίες εκτιθέμεθα στην καθημερινή μας ζωή έχουν συσχετιστεί με τον καρκίνο. Αλλά η συμβολή άλλων πιθανών καρκινογόνων ουσιών στο περιβάλλον μας, ιδιαίτερα αυτών που βρίσκονται σχεδόν παντού σε χαμηλά επίπεδα, είναι ακόμη σε μεγάλο βαθμό άγνωστη. Ένας απλός λόγος είναι ότι οι επιπτώσεις πολλών από αυτές τις ουσίες παραμένουν δύσκολο να εκτιμηθούν. Για παράδειγμα, είναι πολύ πιο δύσκολο να μελετηθεί η επίπτωση μια τέτοιας ουσίας σε έναν μεγάλο πληθυσμό που μοιράζεται παρόμοια επίπεδα έκθεσης, σε σύγκριση με το κάπνισμα που συγκρίνεις ένα άτομο που καπνίζει σε σχέση με ένα που δεν καπνίζει. Από την άλλη πλευρά, ορισμένες καρκινογόνες ουσίες με τις οποίες ερχόμαστε σε επαφή για περιορισμένα χρονικά διαστήματα ενδέχεται να μην είναι πλέον ανιχνεύσιμες τη χρονική στιγμή της μελέτης. Ενώ η τεχνολογία σήμερα μας επιτρέπει να ξέρουμε με ακρίβεια τι παθογόνες ουσίες υπάρχουν στο σώμα μας αυτή τη στιγμή, δεν μπορεί να μας πει απολύτως τίποτα για το τι έγινε στο σώμα μας πριν από 15 ή 20 χρόνια. Γνωρίζουμε πλέον ότι πολλά καρκινογόνα δεν δρουν πάνω μας προκαλώντας συγκεκριμένες μεταλλάξεις αλλά μάλλον αυτό που ονομάζουμε χρόνια φλεγμονή, η οποία με τη σειρά της μπορεί να εξελιχθεί μέσω μιας σειράς γεγονότων σεκαρκίνο. Αφήστε που δεν έχουμε σχεδόν καμία επιδημιολογική πληροφορία για το τι προκαλεί τον καρκίνο σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας μέχρι σήμερα έχει γίνει σε χώρες του Δυτικού κόσμου.
Τέλος δεν μπορούμε να υποβαθμίσουμε την εμφάνιση του καρκίνου ως ένα τυχαίο γεγονός. Ναι, ο καρκίνος μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα που έχουν πολύ μικρή έκθεση σε γνωστές καρκινογόνες ουσίες ή δεν έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου. Αλλά τι ποσοστό των καρκίνων μπορεί να αποδοθεί στην τύχη; Το 2017 δημοσιεύτηκε στο Science μια μελέτη που περιέγραφε ότι μόνο το ένα τρίτο περίπου των καρκίνων θα μπορούσε να συνδέεται με περιβαλλοντικούς ή γενετικούς παράγοντες. Τα υπόλοιπα, ήταν “αποτέλεσμα ατυχίας” έγραψαν οι συγγραφείς. Αυτή η μελέτη προκάλεσε σειρά επικριτικών σχολίων για κάποια σοβαρά μεθοδολογικά προβλήματα. Νεότερα δεδομένα περιγράφουν τελικά ένα ποσοστό της τάξης του 10-15% των καρκίνων να είναι πραγματικά τυχαίοι.
Το αν λοιπόν ορισμένοι καρκίνοι οφείλονται σε ατυχία ή σε άγνωστους παράγοντες κινδύνου παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα. Αλλά η ουσία είναι ότι πολλές άγνωστες αιτίες καρκίνου είναι πιθανό να σχετίζονται με το περιβάλλον ή τον τρόπο ζωής, πράγμα που σημαίνει ότι, θεωρητικά, μπορούν να τροποποιηθούν και να προληφθούν. Πάντα θα υπάρχει κάποιο στοιχείο της τύχης, αλλά τα καλά νέα είναι ότι, όσον αφορά την πρόληψη, υπάρχουν πολλοί τρόποι για να τροποποιήσουμε τη ζωή μας μειώνοντας την πιθανότητα να εμφανίσουμε καρκίνο. Και καθώς η γνώση μας σχετικά με το τι προκαλεί τον καρκίνο, οι δυνατότητες πρόληψης θα αυξηθούν